............................................. "Οταν θέλεις να έχεις κάτι που ποτέ πριν δεν είχες, πρέπει να κάνεις κάτι που ποτέ πριν δεν έκανες" .............................................

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

H διαδρομή μια vanilla (Mέρος 2ο)

Συνέχεια από το Α' μέρος Η διαδρομή μιας vanilla..




Η ζώνη μου έπεσε δυνατά στους γλουτούς της, στη πλάτη της, στους απαγωγούς της… Μούγκρισε από κάβλα. Οσο δυνατά κι αν τη χτυπούσα το ίδιο λαίμαργα ρουφούσε το καβλί μου, όλο πιο βαθειά προσπαθούσε να τον πάρει στο στόμα της.

Σταμάτησα, πήγα και κάθισα στη πολυθρόνα. Εκείνη έμεινε εκεί, ακίνητη. Δεν θα έκανε τίποτα χωρίς εντολή μου. Αναψα τσιγάρο και την φώναξα κοντά μου. Με πλησίασε προχωρώντας στα 4 με αυτή την ξεχωριστή κάβλα στο πρόσωπο της που πρόσθετε τόσο, σε όλα αυτά που με έκαναν να τη θέλω.

-Στη διάθεση Σας, Κύριε μου

Την κοίταξα για λίγο
-Λάτρεψε τον γαμιόλα
-Μάλιστα Κύριε

Την άφησα να μου δείξει πόσο πουτάνα μου ήταν, με το να μου τον γλύψει όπως ήθελε και έκανε ότι της είχα μάθει και όσα της είχα βγάλει, για να με ικανοποιήσει. Όταν έσβυσα το τσιγάρο μου της γάμησα το στόμα δυνατά και γρήγορα, την έπνιγα, την έβαζα να γλύφει και να ρουφάει τα αρχίδια μου και μετά πάλι στο στόμα της, βαθειά. Mετά από ώρα την διέταξα να παίξει ταυτόχρονα με το μουνί της και οδήγησα το κεφάλι της στα πόδια μου.

Απαράμιλλο θέαμα…



Σηκώθηκα και τελείωσα με το χέρι μου. Έχυσα στο πάτωμα και όταν την πρόσταξα να τα πιεί από εκεί το έκανε όχι απλά αδιαμαρτύρητα, αλλά με υπερβάλλοντα ζήλο, Είχε μάθει η μικρή. Ήξερε καλά ποια ήταν πλέον
Αγκάλιασε τα πόδια μου και όταν της χάιδεψα το κεφάλι, ακούστηκε αυτό το υπέροχο "Σας ευχαριστώ Κύριε μου" και έμεινε εκεί, ικανοποιημένη και γεμάτη. Γαλήνια.

Της άνοιξα το πουκάμισο και συνέχισα να την φιλάω, να την γλύφω και να την δαγκώνω στο λαιμό

-Θα μας δουν. Τι κάνεις…
-Αυτό που θέλω, σε γεύομαι μικρή
-Μη, θα μας δουν σου λέω

Συνέχισα σαν να μη την είχα ακούσει. Τα δάχτυλα μου άρχισαν να ανοίγουν το παντελόνι της. Μου έπιασε το χέρι σε μια προσπάθεια να το σταματήσει.

-Σου είπα, μη. Δεν είμαι πουτάνα
-Θα γίνεις η πουτάνα μου
-Ποτέ!
-Οσο πουτάνα θέλω. Και θα σου αρέσει

Επιχείρησε να με χαστουκίσει. Σταμάτησα το χέρι της πριν φτάσει το πρόσωπο μου. Το κατέβασα κρατώντας το σφιχτά, οδηγώντας το μαζί με το άλλο πίσω στη μέση της.

-Κράτα τα εκεί. Ακίνητα
-.....

Της έσκισα το σουτιέν, ένα ¾ δαντελωτό 70c, στο χρώμα του δέρματος χωρίς μπανέλες. Υπέροχο στήθος!. Πήρα στο στόμα μου τις ρόγες της, γλύφοντας τες παθιασμένα και δαγκώνοντας τες ελαφριά. Ηταν νωρίς ακόμα.

Οι αναστεναγμοί της άρχισαν γρήγορα να ακούγονται εντονότερα. Παρ’ όλο που τα χέρια της παρέμειναν ακίνητα όπως της είχα ορίσει και ενώ το κορμί της μου έδινε πολλά σινιάλα κάβλας, δεν ήταν σημάδι υπακοής. Ηταν απλά μια προσωρινή συμμόρφωση, προερχόμενη κυρίως από το αναπάντεχο και απρόσμενο της στιγμής.

Είχα πολύ δρόμο ακόμα για να της βγάλω υποταγή, αλλά είχα ελάχιστο χρόνο. Και ναι ήταν εκεί, ακολουθώντας την ηδονή που της έδιναν τα δάχτυλα μου στη πρησμένη κλειτορίδα της και στα υγρά μουνόχειλα της, αλλά το κορμί της ξεκομμένο από το μυαλό της, δεν είχε να μου προσφέρει τίποτα περισσότερο από ένα καλό, ίσως, γαμήσι.

Εβαλα το δάχτυλό μου μέσα της, βαθειά. Ηταν μούσκεμα, αλλά το μουνί της ήταν στενό. Σκέφτηκα πόσο κάβλα θα ήταν να βυθίσω απότομα τον πούτσο μου μέσα της και να την ανοίξω, αλλά συγκρατήθηκα. Θα ακολουθούσα άλλη διαδρομή για να πετύχω τον σκοπό μου.

Έβγαλα το δάχτυλο μου και το οδήγησα στο στόμα της. Γύρισε αμέσως το κεφάλι της.

-Όχι, δεν το κάνω αυτό. Δεν μου αρέσει
-Δεν σε ρώτησα

Της έπιασα το πηγούνι και την έστρεψα απότομα προς το μέρος μου

-Μη σου λέω. Σιχαίνομαι γαμώτο…

Εσπρωξα το δάχτυλο μου στο στόμα της ενώ μίλαγε. Τα χέρια της έφυγαν από τη θέση που τα είχα και έπιασαν τα δικά μου.

Με το δάχτυλο μου στο στόμα της τη φίλησα. Σχεδόν βίαια. Γρήγορα αφέθηκε και όταν με αγκάλιασε στον αυχένα, σταμάτησα... και απομακρύνθηκα.

-Τι έπαθες; Σε πείραξε τόσο πολύ που δεν ήθελα τα υγρά μου;
-Κουμπώσου Ελένη

Όπως έπρεπε η αντίδραση της. Πρόσεξε και τη διαφορά στο πως την αποκάλεσα, αμέσως. Της γύρισα την πλάτη. Περίμενα την επόμενη κίνηση της, σαν τον κυνηγό που έχει στήσει το δόλωμα και περιμένει ακίνητος το θήραμα του.

Ηρθε μπροστά μου απορημένη και ελαφρώς ταραγμένη.

Ομορφα.

-Τι έπαθες
-Τίποτα. Όλα είναι cool
-Μα πως; Tι θα πει τίποτα; Γιατί σταμάτησες;
-Δεν είσαι έτοιμη μικρή.
-Τι θα πει δεν είμαι έτοιμη;
-Aπλά δεν είσαι έτοιμη. Θα σε γυρίσω πίσω
-Μα…
-Πάμε μικρή

Μπήκε στο αυτοκίνητο αμίλητη. Συμπεριφερόμουν σαν να μην είχε γίνει τίποτα, λέγοντας της διάφορες μαλακίες, όταν έσπασε τη σιωπή της, με καταιγισμό ερωτήσεων και στη συνέχεια σκέψεων...
-Γιατί με είπες Ελένη;
-Γιατί σταμάτησες;
-Tι έκανα λάθος;
-Δεν το πιστεύω πως σου ζήτησα να με φιλήσεις!
-Δεν το πιστεύω πως με είπες πουτάνα!
-Μου έσχισες το σουτιέν μου!
-Με έβαλες να γλύψω τα υγρά μου!
-Σε δημόσιο χώρο!


-Γιατί δεν μου απαντάς;
-Δεν είσαι έτοιμη να ακούσεις τις απαντήσεις
-Είμαι
-Δεν είσαι

Φτάναμε στη πόλη. Τρωγόταν στο κάθισμα της. Επαιζε νευρικά με τα μαλλιά της και με κοιτούσε. Δεν κρατήθηκε.

-Σε παρακαλώ, απάντησε μου

Σταμάτησα το αμάξι δεξιά, έσβησα τον κινητήρα και τα φώτα.

-Σε παρακαλώ απάντησε μου, επανέλαβε.

-Δεν έκανες τίποτα λάθος. Ολο αυτό ήταν λάθος από την αρχή
-Μα γιατί;
-Δεν σε είπα πουτάνα, αλλά θα σε έλεγα αν συνεχίζαμε. Και πουτάνα και άλλα πολλά
-Δεν μου αρέσει!
-Είδες; Είχα δίκαιο που σταμάτησα
-Μόνο έτσι μπορείς;
-Mπορώ ποικιλοτρόπως, αλλά το πώς, το επιλέγω εγώ. Μόνο εγώ
-Δεν έχω μάθει έτσι. Δεν ξέρω αν μπορώ
-Ξέρεις αν θέλεις;
-Δεν ξέρω
-Αύριο θα βρεις ένα κουτί στη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου σου. Θα έχει μέσα ένα σουτιέν.
-Δεν ξέρεις το νούμερο μου

Την κοίταξα και χαμογέλασα. Έβαλα μπροστά και ξεκίνησα. Παρέμεινα αμίλητος. Το ίδιο και εκείνη. Μέχρι που φτάσαμε.

-Πέρασα όμορφα Ελένη.
-Θέλω
-Δεν θέλεις
-Θέλω
-Τι θέλεις;
-Να δοκιμάσω
-Θα αποτύχεις
-Δεν με ξέρεις καλά
-Το θέλεις;
-…
-To θέλεις;
-Το θέλω!

Μέσα στην θαρραλέα χροιά που πήγε να δώσει στη φράση της και στό αποφασιστικό δήθεν βλέμμα της, παρατήρησα την επιθυμία και τον φόβο ανάμικτα. Ηταν μπερδεμένη αλλά προτίμησε να τονώσει το θέλω της με αρκετή δόση εγωισμού.

Οκ. ας παίξουμε.

Με κοφτό ύφος της είπα:

-Αύριο στις 23:00. Koντό φόρεμα, ψηλά πέδιλα, έντονο βάψιμο και κραγιόν. Θα με περιμένεις να έρθω να σε πάρω κάνοντας βόλτες πάνω κάτω στον κεντρικό δρόμο του λιμανιού. Μέχρι την ώρα που θα έρθω

-Τιιιιιιιι;
-Aυτό που άκουσες
-Δεν θα το κάνω
-Καληνύχτα Ελένη
-Καληνύχτα

Ανοιξε την πόρτα. Εβγαλε το πόδι της και σταμάτησε. Γύρισε προς το μέρος μου και με κοίταξε. Σχεδόν θυμωμένη, με ρώτησε:

-Πόσο κοντό;


-Πολύ κοντό. Το πιο κοντό που έχεις
-Δεν έχω. Ήρθα για διακοπές, όχι για πασαρέλα

Το πάλευε η μικρή.. Ήταν χαμένη σε ένα συνονθύλευμα σκέψεων και συναισθημάτων. Ανόμοιες και ετερόκλητες έννοιες τριβέλιζαν το μυαλό της. «πρέπει-θέλω, ναι-όχι, τρέλα-λογική, προχωρώ-οπισθοχωρώ, αφήνομαι-κρατιέμαι, φοβάμαι-τολμώ…»

Ο εγωισμός της ήταν ακόμα στο προσκήνιο. Επρεπε να τον χαμηλώσω, να τον υποβιβάσω και να τον εξαφανίσω. Ο χρόνος ήταν πιεστικός. Είχε έρθει για 20 μέρες και θα συνέχιζε για άλλες 10 αλλού, και εγώ έφευγα σύντομα. Αυτό το βράδυ εξελίχθηκε καλά, αλλά είχα ακόμα δύο. Λίγα!

-Εάν δεν είναι όσο κοντό έχεις καταλάβει ότι θέλω, δεν θα εμφανιστώ. Μπορεί να είναι καλύτερα έτσι.
-Γιατί μου το κάνεις αυτό;
-Kατάλαβες τι σου είπα;
-Kατάλαβα
-Πήγαινε μικρή. Αύριο θα είναι μεγάλο το βράδυ. Ή και πολύ μικρό.

Την έβλεπα καθώς απομακρυνόταν. Στο κεφάλι της πρέπει να γινόταν ένας μικρός πόλεμος. Σίγουρα έψαχνε ένα νόημα μέσα σε όλα αυτά. Εγώ θα της έδινα ένα στόχο… Τι όμορφο περπάτημα είχε η πουτάνα

Κατευθύνθηκα στο μπαράκι. Ο κολλητός μου ήταν εκεί. Εκεί ήταν και τα μωρά. Είδα πάλι την δικιά μου. Την θυμόμουν ελάχιστα. Ωραίο κορμί, πρόσωπο με έντονα θηλυκά χαρακτηριστικά, ξανθό μακρύ μαλλί με μπούκλες και 75d… Νόστιμο γκομενάκι. Εσκυψα στο αυτί του φίλου μου.

-Καλό, αλλά σαν την μικρή δεν είναι
-Βρε άσε τις μαλακίες. Τις έψησα να τις πάρουμε μαζί. Ξεκόλλα και ασχολήσου με τη δική σου. Μου ζάλισε τα αρχίδια όλο το βράδυ. Που είσαι και που είσαι!
-Δεν το έχω man
-Ρε τι είναι αυτά που λες;
-Σιγά ρε μαλάκα, μη δε γαμήσουμε ένα βράδυ και πάθουμε τίποτα!
-Ρε συ, τι έπαθες; Τα μουνιά είναι έτοιμα στο πιάτο. Μη μου τη χαλάσεις!
-Οκ, πάμε. Θα τη βάλω στο παιχνίδι και όταν ανάψουν θα στις αφήσω. Κάνε το strike για πάρτη σου

Φύγαμε. Τα γκομενάκια όντως ήταν ψημένα. Είχαν έρθει στο νησί για να γλεντήσουν, αφήνοντας τις αναστολές στη πόλη τους. Του έδωσα το αμάξι να οδηγήσει. Κάθησα πίσω. Ηθελα να την πιπώσω πριν φτάσουμε... Μπήκαμε στο δωμάτιο του. Σχεδόν αμέσως ήταν έτοιμες. Τι κάβλα είναι να βλέπεις δυο γυναίκες να παίζουν. Όταν οδήγησα το κεφάλι της στον πούτσο του, έφυγα αθόρυβα.

Βγήκα στο δρόμο. Το νησί γαμούσε από κόσμο. Πολύ ζωή. Κάθησα σε ένα παγκάκι. Αναψα τσιγάρο. Παρατηρούσα τους περαστικούς. Προσπαθούσα να μαντέψω στα πρόσωπα τους τις ιστορίες τους…


-Ο χρόνος σου τελείωσε μικρή. Σήκω
-Τι επιθυμεί ο Κύριος μου;
-Ετοίμασε το μπάνιο
-Μάλιστα Κύριε μου, αμέσως
-Περίμενε

Επιασα τις μπάλες.. Ελαμψαν τα μάτια της. Ανοιξε τα πόδια της και έβαλε τα χέρια της στον αυχένα. Της τις έχωσα αργά κοιτώντας την στο πρόσωπο. Το μουνί της ήταν μούσκεμα. Μπήκαν αβίαστα, σαν να βρήκαν τον ιδανικό τους χώρο. Χαμογέλασα

-Πήγαινε
-Μάλιστα Κύριε, πηγαίνω

Ασχολήθηκα λίγο με τα της δουλειάς όταν άκουσα τη φωνή της.

-Είναι έτοιμο Κύριε μου

Είχε μάθει να με περιποιείται καλά η μικρή. Ηταν ένα κομμάτι που δεν δυσκολεύτηκα καθόλου. Από το πρώτο βράδυ, εκεί στο νησί, της βγήκε με μια φυσικότητα που σχεδόν με εξέπληξε.

Μου άπλωσε το αφρόλουτρο και με έτριβε με το σφουγγάρι και με το χέρι της. Χωρίς βιασύνη και πάντα με ένα εκτεταμένο ενδιαφέρον. Ηταν μια διαδικασία που απολάμβανε με ένα δικό της τρόπο.

Την γέμισα με σαπουνάδες το πρόσωπο. Αρχίσαμε να γελάμε και να παίζουμε. Όταν ξεκίνησα να της ρίχνω νερό γύρισε. Είδα την γραμμή της σπονδυλικής της στήλης και την ακολούθησα μέχρι την καμπύλη της μέσης της. Τα μάτια μου καρφώθηκαν στους γλουτούς της. Είχα καβλώσει. Την έσκυψα και μπήκα στον κώλο της λυσσασμένα. Η κραυγή της με κάβλωσε περισσότερο. Συνέχισα να την γαμάω δυνατά και γρήγορα μέχρι που έχυσα μέσα της μουγκρίζοντας. Την πήρα στην αγκαλιά μου και την κράτησα εκεί. Γρήγορη η αναπνοή μας, βαριά η ανάσα μας. Το νερό έλουζε τα κορμιά μας…


22:50 ήμουν έξω από τη πανσιόν της. Όταν την είδα καθηλώθηκα. Μαύρο φόρεμα κοντό. Τραγικά κοντό. Μαύρη τσάντα-φάκελος. Ψηλοτάκουνα μαύρα πέδιλα με λεπτή γόβα.. Δεκάρα ή δωδεκάρα. Ηταν χάρος η μικρή!

Την ακολούθησα μέχρι που πέρασε το δρόμο που της είχα πει και στάθηκε στο πεζοδρόμιο. Στάθηκα τυχερός. Η θέση που βρήκα να παρκάρω επέτρεπε να βλέπω καθαρά την κάθε κίνηση της. Έπρεπε να την προσέχω.

Εμεινε για λίγα λεπτά ακίνητη. Οι περαστικοί την κοίταζαν φανερά, κάποια αυτοκίνητα κόρναραν, μια μηχανή σταμάτησε κοντά της. Απομακρύνθηκε Αρχισε να περπατάει. Πάνω – κάτω, πάνω – κάτω…

23:20 ήταν όταν την πλησίασα. Σταμάτησα δίπλα της και κατέβασα το παράθυρο

-Γειά σου μωρό

Είχε νευριάσει. Ομορφα. Δεν ήθελε να φύγει, σίγουρα όμως ήθελε να ξεσπάσει, , αλλά ο γαμημένος εγωισμός της ξαναχτύπησε.

-Γειά σου και σένα
-Πόσo;.
-Πόσα δίνεις;
-Oχι πολλά
-….
-Είσαι καλό κορμί, αλλά δεν σε έχω να τα κάνεις όλα
-Τι εννοείς όλα;
-Oτι θελήσω
-…..
-Λοιπόν;
-20 (χιλιάδες δρχ)
-Θα σου δώσω 50. Για όλο το βράδυ
-Θα αντέξεις;
-Eσύ;
-Εντάξει, αλλά…
-Κουβέντα θα ανοίξουμε;
-Eχεις μέρος;
-Eχω. Μπες μέσα

Είχε νευριάσει ακόμα περισσότερο. Παρ' όλα αυτά συνέχισε να το παίζει

-Πως σε λένε;
-Kύριο. Ετσι θα με αποκαλείς.
-Όπως θέλεις, εσύ πληρώνεις
-Δεν άκουσα
-Όπως θέλεις…. Κύριε
-Και θα μου μιλάς στον πληθυντικό
-Μη το τραβάς
-Εγώ πληρώνω
-Όπως θέλετε…Κύριε
-Ετσι
-Που πάμε;
-Για φαγητό, κάπου καλά…

Το πρόσωπο της σφίχτηκε. Προσπάθησε να μη το δείξει

-Δεν μπορώ να σου μιλάω στον πληθυντικό μπροστά σε κόσμο
-Πρώτα απ’ όλα μάθε να μου μιλάς όπως σου όρισα όταν είμαστε μόνοι μας
-Δεν θα σας μιλάω στον πληθυντικό μπροστά σε άλλους… Κύριε.
-Θα δούμε

Την πήγα στο πιο κυριλέ εστιατόριο του νησιού. Σε άλλη περίπτωση θα την χαιρόταν αυτή την αρχή της εξόδου μας. Τώρα όμως, με αυτό το ντύσιμο, θα ένιωθε να την παρατηρούν όλοι. Θα αισθανόταν φτηνή. Αυτό ακριβώς επιδίωκα. Δεν θα άντεχε για πολύ ακόμα να το παίζει άνετη.

Όταν μπήκαμε όλοι γύρισαν το βλέμμα τους. Λίγο η έξω από το χώρο περιβολή της, λίγο το πόσο μουνάρα ήταν, λίγο η αύρα της… όλα συνηγόρησαν υπέρ μου. Είχα κλείσει ένα από τα κεντρικά τραπέζια. Αυτό θα την έφερνε σε ακόμα πιο δύσκολη θέση

Την άφησα να καθήσει μόνη της. Ο βοηθός έφερε αμέσως το νερό, το κουβέρ και δύο καταλόγους.

-Ένα κατάλογο παρακαλώ

Μαγκώθηκε ακόμα περισσότερο, αλλά συνέχισε… ακόμα

Με χαμηλή φωνή μου είπε:

-Μόνο εσείς θα φάτε Κύριε;
-Όχι
-Θα χρειαστώ τον κατάλογο
-Δεν θα τον χρειαστείς

Όταν ήρθε ο σερβιτόρος, ένιωσα το σφίξιμο της χωρίς καν να την κοιτάξω

-Είστε έτοιμοι;

Η παραγγελία για τα ορεκτικά και το κρασί ακούστηκε φυσική, αλλά για το κυρίως έκανε αίσθηση.
-Για μένα θα φέρεις Entrecote μοσχαριού γάλακτος, για τη μικρή, φιλέτο κοτόπουλο με μανιτάρια αλλά κρεμ

Η χροιά της ομιλίας της, είχε αλλάξει

-Είστε ευχαριστημένος Κύριε;
-Δεν ξέρω ακόμα, το εστιατόριο είναι καλό, καλή θα είναι και η κουζίνα του.

Πρέπει να της στοίχισε πάρα πολύ το χαμόγελο που άφησε να φανεί στα χείλη της. Εγώ ανέκφραστος.

Άρχισα να της μιλάω για διάφορα. Μου απευθυνόταν στον πληθυντικό, αλλά πάντα χαμηλόφωνα. Όταν πλησίαζε κάποιος σταματούσε. Σχετικά γρήγορα χαλάρωσε. Μέχρι και που χαμογέλασε. Το φαγητό της άρεσε, το κρασί βοήθησε και δεν την είχα πιέσει για ώρα.

-Η παρέα σου που είναι;
-Δεν ξέρω, μάλλον για ποτό
-Τι τους είπες;
-Oτι θα βγώ
-Τι εσώρουχο φοράς;
-Mαύρο
-Θέλω να το δω
-Πως θα γίνει αυτό Κύριε; Θα ανοίξω τα πόδια μπροστά στον κόσμο;
-Oχι. Δεν θέλω να σκύψω. Πάνω στο τραπέζι
-Θέλετε να ανέβω πάνω στο τραπέζι;!!!
-Oχι εσύ μικρή. Το εσώρουχο σου
-Μα πως;
-Eίναι απλό, θα πας στη τουαλέτα και θα το βγάλεις. Μόλις έρθει θα το αφήσεις πάνω στο τραπέζι
-Μα θα μας δουν!!!
-Αυτό δεν είναι δική σου δουλειά μικρή
-Μα…
-Πήγαινε, πριν σου ζητήσω να μου το φέρεις μούσκεμα

Στάθηκε για λίγο και σηκώθηκε

-Δεν χρειάζεσαι τη τσάντα σου. Στην παλάμη σου θα μου το φέρεις

Εφυγε εκνευρισμένη. Η θα πάει όπως θέλω, ή θα μου φέρει το πιάτο στο κεφάλι σήμερα! Καλά κυλούσε μέχρι τώρα, αλλά δεν έπαυε όλο αυτό να είναι μια ζαριά. Και τα ζάρια ακόμα αναπηδούσαν. Μπορει να κάτσουν εξάρες, μπορεί και ντόρντια.

Όταν επέστρεψε, διέκρινα περισσότερο ντροπή, παρά νεύρα. Κάθησε και ανέβασε νευρικά τα χέρια της πάνω στο τραπέζι. Κάργα κλειστά, σαν να κρατούσε πολύτιμο πετράδι μέσα τους.

-Αφησε το. Ανάμεσα στα πιάτα μας

Υπάκουσε. Ηταν ένα δαντελωτό στρινγκ με V σχήμα. Τη φαντάστηκα γυμνή με αυτό μόνο. Ορθια στη μέση του δωματίου με δεμένα τα χέρια ψηλά… Ναι τη γούσταρα πολύ τη μικρή.

Εκανα νόημα για τον λογαριασμό. Αφησα τα χρήματα και ακριβώς δίπλα έβαλα το εσώρουχο. Φώναξα τον σερβιτόρο. Kοκκίνησε. Πολύ.

-Πάμε μικρή. Ηρθε η ώρα να μου δείξεις αν αξίξεις τα 50.


Συνεχίζεται…Κλικ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου